Καμάρες

Καμάρες
Ονομασία έξι οικισμών. 1. Μεγάλος πεδινός οικισμός (υψόμ. 60 μ., 1.228 κάτ.) στην πρώην επαρχία Πατρών του νομού Αχαΐας. Βρίσκεται στο βόρειο άκρο του νομού, στην παράκτια ζώνη, 30 χλμ. ΒΑ της Πάτρας. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Ερινέου. 2. Ορεινός οικισμός (υψόμ. 600 μ., 437 κάτ.) στην πρώην επαρχία Πυργιωτίσσης του νομού Ηρακλείου. Βρίσκεται στο δυτικό άκρο του νομού, 56 χλμ. ΝΔ της πόλης του Ηρακλείου. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Τυμπακίου. Στην περιοχή βρέθηκαν αγγεία αντιπροσωπευτικά του συγκεκριμένου κεραμικού ρυθμού ο οποίος (από την ονομασία του οικισμού) ονομάστηκε Καμαραϊκός. 3. Παράλιος οικισμός (υψόμ. 10 μ., 147 κάτ.) της Πάρου. Βρίσκεται στο βόρειο άκρο του νησιού. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Πάρου του νομού Κυκλάδων, στο δημοτικό διαμέρισμα Ναούσης. 4. Πεδινός οικισμός (υψόμ. 30 μ., 99 κάτ.) της Πάρου. Βρίσκεται στο βορειοδυτικό άκρο του νησιού. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Πάρου του νομού Κυκλάδων, στο δημοτικό διαμέρισμα Πάρου. 5. Παράλιος οικισμός (υψόμ. 20 μ., 188 κάτ.) της Σίφνου. Βρίσκεται στη βορειοδυτική ακτή και είναι το κύριο λιμάνι του νησιού. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Σίφνου. 6. Παράλιος οικισμός (υψόμ. 5 μ., 24 κάτ.) στην πρώην επαρχία Γυθείου του νομού Λακωνίας. Βρίσκεται στη δυτική ακτή του Λακωνικού κόλπου. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Γυθείου. Ο οικισμός Καμάρες, στα δυτικά παράλια της Σίφνου.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • Καμάρες — Sp Kamãrės Ap Καμάρες/Kamares L C Graikija …   Pasaulio vietovardžiai. Internetinė duomenų bazė

  • Καμαρηνός, Κυριακός — (Καμάρες Μεσσηνίας 1781 – 1820). Φιλικός. Ήταν έμπορος στην Κωνσταντινούπολη και στη Μολδαβία. Μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία το 1818 από τον Παπαφλέσσα και αργότερα μετέβη στη Μάνη για να μυήσει τον Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη. Αφού ολοκλήρωσε την… …   Dictionary of Greek

  • Κωνσταντινούπολη — (τουρκ. Istanbul). Πόλη (8.831.805 κάτ. το 2000) της ευρωπαϊκής Τουρκίας, πρωτεύουσα της ομώνυμης επαρχίας (5.220 τ. χλμ., 10.018.735 κάτ.). Είναι χτισμένη στις δύο πλευρές του Κεράτιου κόλπου (τουρκ. Halic) στο στόμιο του Βοσπόρου (τουρκ.… …   Dictionary of Greek

  • καβάλα — Πόλη (υψόμ. 53 μ., 58.663 κάτ.) και λιμάνι της Μακεδονίας, πρωτεύουσα του νομού Κ. και έδρα του ομώνυμου δήμου. Η Κ. είναι χτισμένη αμφιθεατρικά –ο αρχικός πυρήνας της πόλης είναι χτισμένος σε δύο λόφους, που τους ενώνει το παλιό μνημειώδες… …   Dictionary of Greek

  • καμαραϊκός — ή, ό φρ. αρχαιολ. «καμαραϊκά αγγεία» τύπος πολύχρωμων προϊστορικών αγγείων τής Κρήτης που βρέθηκαν για πρώτη φορά μέσα σε σπήλαιο τής Ίδης, κοντά στο χωριό Καμάρες, από το οποίο και πήραν την ονομασία τους. [ΕΤΥΜΟΛ. < τοπωνύμιο Καμάρες] …   Dictionary of Greek

  • κρήτη — I Νησί (8.331 τ. χλμ., 601.131 κάτ.) της νοτιοανατολικής Μεσογείου, σε απόσταση περίπου 100 χλμ. ΝΑ της Πελοποννήσου. Πρόκειται για το μεγαλύτερο σε έκταση νησί της Ελλάδας (δεύτερο είναι η Εύβοια με έκταση 3.658 τ. χλμ.), το πέμπτο της Μεσογείου …   Dictionary of Greek

  • παρίσθμιος — ια, ιο / παρίσθμιος, ία, ιον, ΝΑ αυτός που βρίσκεται ή γίνεται κοντά σε ισθμό και κυρίως κοντά στον Ισθμό τής Κορίνθου νεοελλ. 1. (το ουδ. πληθ. ως ουσ.) τα παρίσθμια ανατ. τα πλάγια μέλη τής σαρκώδους υπερώας τού στόματος ανάμεσα στις παρίσθμιες …   Dictionary of Greek

  • σιφνός — Νησί των Κυκλάδων, N.A. της Σερίφου και Β.Δ. της Μήλου (έκταση 73,18 τ. χλμ., κάτ. 1960). Η Σ. έχει έδαφος ορεινό, με υψηλότερες κορυφές τον Προφήτη Ηλία (649 μ.) και τον Άγιο Συμεών (500 μ.). Το έδαφός της αποτελείται από πετρώματα γρανίτη,… …   Dictionary of Greek

  • Αλγερία — I (Αστρον.).Αστεροειδής που το φαινόμενο μέγεθός του στη μέση αντίθεσή του είναι ίσο προς 14,6, ενώ αν βρισκόταν σε απόσταση μιας αστρονομικής μονάδας από τον Ήλιο και από τη Γη θα είχε φαινόμενο μέγεθος 10,5. II Κράτος της βορειοδυτικής… …   Dictionary of Greek

  • Θεσσαλονίκη — I (4ος αι. π.Χ.). Κόρη του Φιλίππου Β’ της Μακεδονίας και της συζύγου του Νικησίπολης, αδελφή του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Σύζυγός της υπήρξε ο Κάσσανδρος, από τον οποίο απέκτησε τρεις γιους: τον Φίλιππο, τον Αντίπατρο και τον Αλέξανδρο. Τη σκότωσε ο… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”